Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019

«Το χρονικό

ενός πολυταξιδεμένου γάτου»

Χίρο Αρικάουα –Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ 

 Σε μια εποχή όπου τα μόνα αισθήματα είναι τα «λεπτά», ο άνθρωπος εκπαιδεύεται από μικρός να πατά επί πτωμάτων για χάρη των επίκτητων φιλοδοξιών του και γενικά τα συναισθήματα πάνε περίπατο, έρχεται ένα μυθιστόρημα από τη μακρινή Ιαπωνία, για να μας θυμίσει πόσο σπουδαίο συναίσθημα είναι η αγάπη. Παρ’ ότι οι λαοί της Άπω Ανατολής διαχειρίζονται την αλληγορία, η συγγραφέας Χίρο Αρικάουα καταφέρνει να αποδώσει καθαρά τα νοήματά της.

 Ένας αδέσποτος γάτος διηγείται την ιστορία της ζωής του, η οποία ξεκινά όταν βρίσκει το καταφύγιό του σε ένα βαν. Ο Σατόρου, ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου, ως γατόφιλος που είναι, θα προσπαθήσει να τον καλοπιάσει και θα του προσφέρει φαγητό και νερό. Ο γάτος, όμως, καθότι φύση ανεξάρτητη, θα τα δεχτεί χωρίς να πτοηθεί, ώσπου ένα ατύχημα θα τον φέρει στην πόρτα του. Εκείνος θα τον περιθάλψει, θα του δώσει ένα συμβολικό όνομα και θα τον κρατήσει. Κάποια στιγμή, ο Σατόρου θα βρεθεί σε μια δύσκολη κατάσταση και θα αναγκαστεί να ψάξει μια οικογένεια να φιλοξενήσει τον γάτο του. Θα απευθυνθεί στους ανθρώπους που γνωρίζει αρκετά καλά.
Έτσι, ο γάτος θα μπει στο κλουβί του και θα ξεκινήσει ένα μεγάλο ταξίδι με πολλές στάσεις. Θα γνωρίσει τον Κόσκε, παλιό συμμαθητή του Σατόρου, τον Γιοσιμίνε, που ζει στον κάμπο, τον Σούγκι και την Τσικάκο στο βουνό Φούτζι. Θα φτάσουν μέχρι το νησί Χοκάιντο και θα βρουν τη Νορίκο. Ο Σατόρου έχει την προσωπική του έντονη ιστορία με καθέναν από αυτούς, με τους οποίους είναι στενά δεμένος. Ταυτόχρονα, κουβαλούν κι αυτοί τις δικές τους εμπειρίες.

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

«Μαλαματένια λόγια»

για τον Μάνο Ελευθερίου… 
(Από τον Τάσο Αναστάση)

«…Πριν ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Μάνος Ελευθερίου. Ο ποιητής και συγγραφέας, που σημάδεψαν όσο λίγοι την μεταπολεμική Ελλάδα, την Ελλάδα της μαύρης επταετίας, αλλά και την Ελλάδα της χαμένης ελπίδας.
Ο Μάνος Ελευθερίου, ήταν ο ποιητής που δεν διάλεγε τον εύκολο δρόμο στα γραπτά του. Δημιουργώντας σε μια εποχή όπου για το καθεστώς στην Ελλάδα, το χειρότερο είδος αντίστασης ήταν αυτό της λογοτεχνίας, ο ποιητής ήταν αγκάθι μέσα στις λευκές σελίδες του πολιτισμού, που κράτησε στο σκοτάδι για επτά ολόκληρα χρόνια η Χούντα.
Μέσα στα επτά χρόνια καταχνιάς, ο Μάνος Ελευθερίου ήταν η αστροφεγγιά που κρατούσε ζωντανή στον ουρανό την ελπίδα. Ήταν ο ποιητής που είχε άποψη και θέση στα χρόνια της υπομονής και δεν δίσταζε να σταθεί απέναντι από μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας και να τα κατακρίνει για τη στάση τους απέναντι στη δικτατορία αλλά ταυτόχρονα με μια γλυκόπικρη αναφορά, να τα εξυμνεί.
Αναφερόμενος στον Σεφέρη: 
"Τ’ αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία 
που στράγγιξες χαμένα μια γενιά 
καλύτερα να σ’ έλεγαν Μαρία 
και να `σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά 
κι όχι να ζεις μ’ αυτή την κομπανία 
και να μην ξέρεις τ’ άστρο του φονιά 
(…) 

Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού... Γιάννης Ρίτσος-Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

"Χτες και προχτές, όλη νύχτα, πασκίζαμε να μετρήσουμε τ’ άστρα.
Και τ’ άστρα είναι τόσα, όση κι η καρδιά μας κι η καρδιά μας είναι πιο πολύ απ’ τ’ άστρα...
Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά. Είχανε κλείσει ένα σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου απ’ το προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.
Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών χωρίς να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους, κι ήτανε σα αγάλματα μικρά της ερημιάς και της γαλήνης.
Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι. Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα. Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.
Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα. Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι δεν ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν. Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.

Γι’ αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι..."
Γιάννης Ρίτσος

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Αν οι πολιτικοί διάβαζαν

τον Οδυσσέα Ελύτη 

(Απόσπασμα από άρθρο του ΒΙΚΤΩΡΑ ΝΕΤΑ/enet) 

 «,,,Αυτός ο τόπος, δυστυχώς, αδικεί, περιφρονεί και υποτιμά τα άξια παιδιά του.

Θυμάμαι ότι, όταν ο Ελύτης τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1979, ο βουλευτής Φοίβος Ιωαννίδης είχε προτείνει να καλέσει η Βουλή τον Ελύτη να μιλήσει στην Ολομέλεια. Η πρόταση έπεσε στο κενό της αδιαφορίας και της αμάθειας. Τι θα μπορούσε να πει ένας ποιητής στους πολιτικούς; Απάντηση: Οσα έλεγαν οι μαντινάδες στον Ελευθέριο Βενιζέλο που και τις τραγουδούσε.

Τους δύο νομπελίστες ποιητές, τον Γιώργο Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη, δεν καταδέχτηκε η Ακαδημία Αθηνών να τους εκλέξει μέλη της. Ας είναι. Ευτυχώς τους ποιητές τούς τιμάει από την καρδιά του ο απλός λαός, που τραγουδάει τους στίχους τους, δακρύζει, εμψυχώνεται και παίρνει κουράγιο στους αγώνες του.

Είναι αυτός που εμπνέει και εμπνέεται σ' αυτήν την ακατάλυτη ανά τους αιώνες επικοινωνία με τον τίμιο ποιητικό λόγο.

Είναι, λοιπόν, σήμερα, που δοκιμάζεται ο τόπος από τη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, επίκαιρος ο καθαρός λόγος του Οδυσσέα Ελύτη. Οπως ο ίδιος έγραψε: «Οπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί/ όπου και να θολεύει ο νους σας/ μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό/ και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
 Θα προσθέταμε: «Μνημονεύετε και Οδυσσέα Ελύτη». Τον μνημονεύουμε σήμερα, γιατί καθαρά, ανοιχτά, με την τίμια γλώσσα του, μιλούσε πάντοτε για την κρίση της ελληνικής κοινωνίας.
Απλώς η εξουσία, κάθε εξουσία, ποτέ δεν άκουγε, όπως και στις μέρες μας, γι' αυτό και φτάσαμε εκεί που φτάσαμε...»

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019

Ο «Ρωμηός» του νέου αιώνος,

έρημος, φτωχός και μόνος!













Στων εκλογών απέξω το κέντρο αραγμένος 
την ψήφο μου να ρίξω σαν Έλληνας κι εγώ, 
χρέη κι ανατιμήσεις μετρώ απελπισμένος, 
σε θάλασσα από φόρους νομίζω θα πνιγώ! 

 Φέρνω στο νου την τρόικα, τη Μέρκελ και τα δάνεια, 
χειρότερη απ' των Τούρκων μάς φέρανε σκλαβιά! 
«Πληρώνετε, φωνάζουν, τις δόσεις σας, χαϊβάνια», 
τον Έλληνα τον θέλουν «αιώνιο ραγιά»! 

 Μου δώσαν ψηφοδέλτια μισό κιλό και κάτι 
και να 'μαι τώρα μόνος πίσω απ΄ το παραβάν. 
Φυλλομετρώ, διαβάζω, μού θόλωσε το μάτι! 
Πρόβατο που διαλέγει ποιοι λύκοι θα το φαν! 

Λογαριασμούς γεμάτη, χωρίς λεφτά η τσέπη, 
ΟΤΕ, ΔΕΗ, ενοίκιο, χάνω το λογισμό! 
Κι αφού μέσα στο φάκελο να ρίξω κάτι πρέπει, 
πιάνω κι έναν απλήρωτο ρίχνω λογαριασμό! 

 Χαμογελάω βγαίνοντας στον κάθε υποψήφιο 
 που εκλιπαρεί για ψήφους τον κόσμο στην ουρά! 
Γελάτε -λέω μέσα μου- κι αν μ' έχετε για ηλίθιο, 
το «χρέος» μου το έκανα και τούτη τη φορά!












«Σουρσουρής- 2019»