Τεύκρος Μιχαηλίδης - Εκδόσεις «Πόλις»
Κωνσταντινούπολη, 27 Δεκεμβρίου 537, ημέρα των εγκαινίων της Μεγάλης Εκκλησίας.
Ο Ιωάννης, στενός συνεργάτης των αρχιτεκτόνων της, βρίσκεται δολοφονημένος. Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στη Θεανώ, πρώην σπουδάστρια στην Ακαδημία του Πλάτωνος και στενή φίλη του θύματος.
Ο Ευτόκιος, ένας άνθρωπος που έχει αφιερώσει τη ζωή του στη συγκέντρωση και διάσωση των έργων του Αρχιμήδη, αναλαμβάνει να εξιχνιάσει την υπόθεση: είναι πράγματι ένοχη η νεαρή μαθηματικός ή μήπως έχει πέσει θύμα μιας καλοστημένης συνωμοσίας; Ιστορικά πρόσωπα, όπως η Θεοδώρα και ο Ιουστινιανός, και μυθοπλαστικοί ήρωες συναντιούνται και αλληλεπιδρούν για να ζωντανέψουν το κλίμα της μετάβασης από την Ύστερη Αρχαιότητα στον πρώτο βυζαντινό χρυσό αιώνα.
Η αρχαία φιλοσοφία πεθαίνει, κληροδοτώντας όμως στον καινούργιο κόσμο την κατακτημένη σοφία της: τη γεωμετρία και τη μηχανική της. Χωρίς αυτές, θαύματα όπως ο Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας δεν θα έπαιρναν ποτέ σάρκα και οστά. Στο προσκήνιο αυτής της ιδιόμορφης σύγκρουσης, ο μύθος εκτυλίσσεται μέσα από σκάνδαλα, καταχρήσεις, μισαλλοδοξία και, κυρίως, μέσα από την αιώνια πάλη για εξουσία.
“Εποχές σαν αυτήν του Ιουστινιανού έχουν για μένα ξεχωριστό ενδιαφέρον. Όχι τόσο για τη λάμψη του νέου χρυσού αιώνα που ανατέλλει, όσο για τη μελαγχολία του παλιού κόσμου που σβήνει και χάνεται για να δώσει τη θέση του στη νέα εποχή… Η αντίθεση της πάλαι ποτέ απαστράπτουσας πόλης της Παλλάδας, καθημαγμένης πια από τις διαδοχικές επιδρομές των βαρβάρων, με την ολόλαμπρη νέα πρωτεύουσα του χριστιανικού κόσμου είναι πολλαπλά προκλητική. Ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι το κλείσιμο της Σχολής των Αθηνών, της τελευταίας εστίας μελέτης της αρχαίας σοφίας, έλαβε χώρα σχεδόν ταυτόχρονα με την ανέγερση των εντυπωσιακών ιουστινιάνειων οικοδομημάτων που βασίστηκαν ακριβώς πάνω σ’ αυτήν την υπό διωγμόν αρχαία σοφία”, εκμυστηρεύεται ο Τεύκρος Μιχαηλίδης για το καινούργιο του βιβλίο...
“Όταν ένα οικοδόμημα ολοκληρωθεί, δεν πρέπει να φαίνεται ούτε το παραμικρό ίχνος από τις σκαλωσιές του, είχε πει ο μεγάλος Gauss. Εγώ όμως, ακόμα και μετά τα θυρανοίξια της Μεγάλης Εκκλησιάς, της αφιερωμένης στην Αγία του Θεού Σοφία, ήθελα να δω τις σκαλωσιές. Ήθελα να εντοπίσω την υπογραφή του Απολλώνιου από την Πέργη στον θόλο ‘που έμοιαζε να παράγει μόνος του το φως’. Ήθελα σ’ αυτόν τον τολμηρό, ριψοκίνδυνο τρούλο, ‘που φαινόταν να ίπταται χωρίς να στηρίζεται πουθενά’, να αναγνωρίσω την τέχνη του Αρχιμήδη. Αυτό ήταν το πρώτο μου κίνητρο για τη συγγραφή του βιβλίου .»
Κωνσταντινούπολη, 27 Δεκεμβρίου 537, ημέρα των εγκαινίων της Μεγάλης Εκκλησίας.
Ο Ιωάννης, στενός συνεργάτης των αρχιτεκτόνων της, βρίσκεται δολοφονημένος. Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στη Θεανώ, πρώην σπουδάστρια στην Ακαδημία του Πλάτωνος και στενή φίλη του θύματος.
Ο Ευτόκιος, ένας άνθρωπος που έχει αφιερώσει τη ζωή του στη συγκέντρωση και διάσωση των έργων του Αρχιμήδη, αναλαμβάνει να εξιχνιάσει την υπόθεση: είναι πράγματι ένοχη η νεαρή μαθηματικός ή μήπως έχει πέσει θύμα μιας καλοστημένης συνωμοσίας; Ιστορικά πρόσωπα, όπως η Θεοδώρα και ο Ιουστινιανός, και μυθοπλαστικοί ήρωες συναντιούνται και αλληλεπιδρούν για να ζωντανέψουν το κλίμα της μετάβασης από την Ύστερη Αρχαιότητα στον πρώτο βυζαντινό χρυσό αιώνα.
Η αρχαία φιλοσοφία πεθαίνει, κληροδοτώντας όμως στον καινούργιο κόσμο την κατακτημένη σοφία της: τη γεωμετρία και τη μηχανική της. Χωρίς αυτές, θαύματα όπως ο Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας δεν θα έπαιρναν ποτέ σάρκα και οστά. Στο προσκήνιο αυτής της ιδιόμορφης σύγκρουσης, ο μύθος εκτυλίσσεται μέσα από σκάνδαλα, καταχρήσεις, μισαλλοδοξία και, κυρίως, μέσα από την αιώνια πάλη για εξουσία.
“Εποχές σαν αυτήν του Ιουστινιανού έχουν για μένα ξεχωριστό ενδιαφέρον. Όχι τόσο για τη λάμψη του νέου χρυσού αιώνα που ανατέλλει, όσο για τη μελαγχολία του παλιού κόσμου που σβήνει και χάνεται για να δώσει τη θέση του στη νέα εποχή… Η αντίθεση της πάλαι ποτέ απαστράπτουσας πόλης της Παλλάδας, καθημαγμένης πια από τις διαδοχικές επιδρομές των βαρβάρων, με την ολόλαμπρη νέα πρωτεύουσα του χριστιανικού κόσμου είναι πολλαπλά προκλητική. Ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι το κλείσιμο της Σχολής των Αθηνών, της τελευταίας εστίας μελέτης της αρχαίας σοφίας, έλαβε χώρα σχεδόν ταυτόχρονα με την ανέγερση των εντυπωσιακών ιουστινιάνειων οικοδομημάτων που βασίστηκαν ακριβώς πάνω σ’ αυτήν την υπό διωγμόν αρχαία σοφία”, εκμυστηρεύεται ο Τεύκρος Μιχαηλίδης για το καινούργιο του βιβλίο...
“Όταν ένα οικοδόμημα ολοκληρωθεί, δεν πρέπει να φαίνεται ούτε το παραμικρό ίχνος από τις σκαλωσιές του, είχε πει ο μεγάλος Gauss. Εγώ όμως, ακόμα και μετά τα θυρανοίξια της Μεγάλης Εκκλησιάς, της αφιερωμένης στην Αγία του Θεού Σοφία, ήθελα να δω τις σκαλωσιές. Ήθελα να εντοπίσω την υπογραφή του Απολλώνιου από την Πέργη στον θόλο ‘που έμοιαζε να παράγει μόνος του το φως’. Ήθελα σ’ αυτόν τον τολμηρό, ριψοκίνδυνο τρούλο, ‘που φαινόταν να ίπταται χωρίς να στηρίζεται πουθενά’, να αναγνωρίσω την τέχνη του Αρχιμήδη. Αυτό ήταν το πρώτο μου κίνητρο για τη συγγραφή του βιβλίου .»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου