Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Απόκριες στον Γαλησσά Σύρου

Αφήγηση: Μαρία Τζώρτζη Βουτσίνου (Κοτσοντζόλενα) - Αύγουστος 1992 
Καταγραφή: Κατερίνα Βουτσίνου – Πλαστουργού 


 «Τις Απόκριες ηκάνανε ρεφενάτα, ήβανες εσύ το φαί σου, εγώ το δικό μου, ξέρω γω, κι ημαζευούμαστε σ’ ένα σπίτι που ‘ταν το πιο μεγάλο κι ηδιασκεδάζαμε. Και την τελευταία απόκρια, την τελευταία Δευτέρα ηπηγαίναμε όλοι στο καφενείο με τα παιδιά μας. Τότε το καφενείο το είχε η Φραγκίσκα Φρέρη (Σκιγίδενα) με τον άντρα ντης το δουλεύανε, ηκάνανε λουκουμάδες, ηκάνανε τέτοια πράματα κι ήκανε και φαγιά και πηγαίνανε και διασκεδάζανε, αλλά την τελευταία απόκρια παίρναμε τα φαγιά μας όλοι, ίσαμε τη Δευτέρα το βράδυ ήτανε το γλέντι ηκρατούσε. Τη Κυριακή δε μας το δίνανε το καφενείο γιατί ηδουλεύανε και τη Δευτέρα ηπηγαίναμε και μέσα κει, ίσαμε το βράδυ ηγλεντούσαμε και τη Τρίτη το βράδυ ηκάνανε ο καθένας στο σπίτι ντου ένα καλό φαί, να κάτσουνε να κάνουνε αναμετάξυ ντονε, δυο τρεις γειτόνοι, τέτοια. 

Και την Καθαρή Τετάρτη πηγαίναμε στη θάλασσα όλοι το απόγεμα κι ηκάναμε τον καρναβά εκεί, χορεύανε στη παραλία, τρώανε νηστίσιμα και τραγούδια λέανε: 

 Κόψε κλαδί βασιλικό 
 μαύρα ειν’ τα μάτια π’ αγαπώ 
 και κάνετε κι ένα προκάλι 
 σαν κι εσέ δεν είναι άλλη 

 Να προσκαλώ τη θάλασσα 
 για σε πουλί μου εχάλασα 
 να ‘ρχονται τα καραβάκια 
 τα όμορφα παληκαράκια 

Τρία καράβια έρχονται 
 όμορφα που μου φαίνονται 
 καραβάκια π’ αρμενίζουν 
 και το νου μου περγιορίζουν 

Το ‘να αρμενίζει με νοτιά,
βάστα καρδιά μου δυνατά
τ’ άλλο με τραμουντάνα,
άσπρη μου παχιά σουλτάνα !

Το τρίτο το μικρότερο  
είναι το γρηγορότερο  
είναι το πουλί μου μέσα 
έγια μόλα έγια λέσα 

Τρεις αδερφάδες ήτανε 
 κι οι τρεις χαριτωμένες 
 κι οι τρεις επαντρευτήκανε 

Η μια πήρε ένα βασιλιά 
 κι η άλλη ένα γυφτάκι 
 η τρίτη η μικρότερη 
 πήρε ένα γεροντάκι 

 Στου βασιλιά σφάζουν αρνιά 
 στου γύφτου ένα κοτάκι 
 στου γέρου του κακόμοιρου 
 ψήνουν ένα ρεγγάκι… 

Ας τραγουδήσω κι ας χαρώ 
του χρόνου ποιός το ξέρει 
ή θα πεθάνω ή θα ζω 
ή θα ‘μαι σ’ άλλα μέρη 

Τα μάτια σου είναι σαν ελιά 
που είναι στο κλωνάρι 
τα φρύδια σου δοξαρωτά 
σα δυό μερώ φεγγάρι 

Η κότα σα θ’ αρχίσει αυγό 
δε λέγεται πουλάδα 
κι η κοπελιά σα φιληθεί 
δεν έχει νοστιμάδα 

Όσες τριανταρίσατε 
ίντ’ άλλο καρτερείτε 
παρακαλείτε το Θεό 
καλή ψυχή να βρείτε 

Η χήρα θέλει πάπλωμα 
κι η παντρεμένη στρώμα 
κι η λέφτερη κατάχαμα 
όπου δεν ξέρει ακόμα 











Ο ήλιος τζάμι δε τρυπά 
ούτε τη γη μαραίνει 
κι όποια αγαπάει Γαλησσιανό 
χαλάλι της να γένει 

Στο Φοίνικα είν’ οι όμορφες 
στη Ντελαγράτσια οι άσπρες 
και στον ωραίο Γαλησσά 
γαρυφαλλιές με γλάστρες 

Όμορφη που ‘σαι μάτια μου 
κι ο ήλιος σε ζηλεύει 
κι όταν γυρίσει και σε δει 
πάει και βασιλεύει…

1 σχόλιο: