40 χρόνια από τη βράβευσή του
με το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Στις 18 Οκτωβρίου 1979, πριν από σαράντα χρόνια, ο Οδυσσέας Ελύτης τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ της Σουηδικής Ακαδημίας για την ποίησή του.
Το σκεπτικό της βράβευσης ήταν πολύ εύγλωττο: «Η ποίηση του Ελύτη, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα».
Στις 10 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, ο Ελύτης παρέστη στην καθιερωμένη τελετή απονομής του βραβείου, παραλαμβάνοντάς το από τα χέρια του βασιλιά Γουστάβου. Τον επόμενο χρόνο κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου στο Μουσείο Μπενάκη, ενώ ακολούθησαν πλήθος ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις: απονομή φόρου τιμής σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων, αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, ίδρυση έδρας νεοελληνικών σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη» στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς του Νιού Τζέρσεϊ, απονομή του αργυρού μεταλλίου Benson από τη Βασιλική Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου.
Μόλις δεκαέξι χρόνια νωρίτερα, το 1963, το Νόμπελ Λογοτεχνίας είχε αποσπάσει ο Γεώργιος Σεφέρης, ενώ για το Νόμπελ του 1979 συνυποψήφιος του Ελύτη ήταν ο Γιάννης Ρίτσος. Όταν το βραβείο περιήλθε στον Ελύτη, ο Ρίτσος έσπευσε να δηλώσει: «Η απονομή του βραβείου Νόμπελ στον μεγάλο μας Έλληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη δεν είναι μια τιμή προς τον Ελύτη, αλλά μια τιμή προς το ίδιο το Νόμπελ».
Τελειώνοντας την ομιλία του για τη βράβευσή του από τη Σουηδική Ακαδημία, ο Ελύτης είπε στη Στοκχόλμη τον Δεκέμβριο του 1979: «Παρά ένα κάτι ελάχιστο, συχνά, το εγκόσμιο φως γίνεται υπερκόσμιο και τανάπαλιν. Μια αίσθηση που μας δόθηκε από τους αρχαίους και μια άλλη από τους μεσαιωνικούς έρχονται να γεννήσουν μια τρίτη που τους μοιάζει, όπως το παιδί στους γεννήτορές του. Μπορεί η ποίηση ν’ ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μες απ’ τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει. Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε».
ΠΗΓΗ: https://www.thepresident.gr/
με το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Στις 18 Οκτωβρίου 1979, πριν από σαράντα χρόνια, ο Οδυσσέας Ελύτης τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ της Σουηδικής Ακαδημίας για την ποίησή του.
Το σκεπτικό της βράβευσης ήταν πολύ εύγλωττο: «Η ποίηση του Ελύτη, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα».
Στις 10 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, ο Ελύτης παρέστη στην καθιερωμένη τελετή απονομής του βραβείου, παραλαμβάνοντάς το από τα χέρια του βασιλιά Γουστάβου. Τον επόμενο χρόνο κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου στο Μουσείο Μπενάκη, ενώ ακολούθησαν πλήθος ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις: απονομή φόρου τιμής σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων, αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, ίδρυση έδρας νεοελληνικών σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη» στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς του Νιού Τζέρσεϊ, απονομή του αργυρού μεταλλίου Benson από τη Βασιλική Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου.
Μόλις δεκαέξι χρόνια νωρίτερα, το 1963, το Νόμπελ Λογοτεχνίας είχε αποσπάσει ο Γεώργιος Σεφέρης, ενώ για το Νόμπελ του 1979 συνυποψήφιος του Ελύτη ήταν ο Γιάννης Ρίτσος. Όταν το βραβείο περιήλθε στον Ελύτη, ο Ρίτσος έσπευσε να δηλώσει: «Η απονομή του βραβείου Νόμπελ στον μεγάλο μας Έλληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη δεν είναι μια τιμή προς τον Ελύτη, αλλά μια τιμή προς το ίδιο το Νόμπελ».
Τελειώνοντας την ομιλία του για τη βράβευσή του από τη Σουηδική Ακαδημία, ο Ελύτης είπε στη Στοκχόλμη τον Δεκέμβριο του 1979: «Παρά ένα κάτι ελάχιστο, συχνά, το εγκόσμιο φως γίνεται υπερκόσμιο και τανάπαλιν. Μια αίσθηση που μας δόθηκε από τους αρχαίους και μια άλλη από τους μεσαιωνικούς έρχονται να γεννήσουν μια τρίτη που τους μοιάζει, όπως το παιδί στους γεννήτορές του. Μπορεί η ποίηση ν’ ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μες απ’ τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει. Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε».
ΠΗΓΗ: https://www.thepresident.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου