Παρασκευή 29 Ιουλίου 2022

10 μεγάλα λόγια για το καλοκαίρι

 Το καλοκαίρι έχει κατά καιρούς γίνει πηγή έμπνευσης και για αποστάγματα σοφίας σπουδαίων φιλοσόφων, συγγραφέων και άλλων μεγάλων μορφών της ανθρώπινης Ιστορίας.

Αυτό το απόσταγμα σοφίας συγκεντρώσαμε στα δέκα καλοκαιρινά αποφθέγματα που ακολουθούν.

 


Οι άνθρωποι δεν προσέχουν αν είναι χειμώνας ή καλοκαίρι, όταν είναι ευτυχισμένοι.
Άντον Τσέχωφ,  Ρώσος συγγραφέας

Αν δεν είχαμε χειμώνα, το καλοκαίρι δεν θα ήταν τόσο ευχάριστο. Αν κάπου – κάπου δεν είχαμε δυσκολίες, η ευημερία δεν θα μας φαινόταν τόσο καλοδεχούμενη.

Anne Bradstreet,  Αγγλοαμερικανίδα ποιήτρια

 

Εκείνο που με συνδέει μ’ έναν τόπο δεν είναι το καλοκαίρι, είναι ο χειμώνας, και με τους ανθρώπους, οι λύπες της αγάπης.

Ίων Δραγούμης, Έλληνας πολιτικός, διπλωμάτης, λόγιος

 

Αν δεν θες να χάσεις τα μάτια και το μυαλό σου, να ακολουθείς τον ήλιο περπατώντας στη σκιά. Φρήντριχ Νίτσε,  Γερμανός φιλόσοφος

Αν ο ήλιος μπαίνει μες στο σπίτι, μπαίνει λίγο και μες στην ψυχή σου.

Le Corbusier, Γαλλοελβετός αρχιτέκτονας

 

Τίποτε δεν είναι καινούργιο κάτω από τον ήλιο, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει ήλιος. Ευγένιος Ιονέσκο, Γαλλορουμάνος θεατρικός συγγραφέας

 

Ο μόνος ψεύτης του μεσημεριού, αν υπάρχει κάποιος, είναι ο ήλιος. Όλα όσα αγγίζει, τα μεγαλοποιεί. Alphonse Daudet,  Γάλλος συγγραφέας

Οι άνθρωποι λέμε πολλά πράγματα το καλοκαίρι που δεν τα εννοούμε τον χειμώνα. Patricia Briggs, Αμερικανίδα συγγραφέας

Αχ, καλοκαίρι, τι δύναμη έχεις για να μας κάνεις να υποφέρουμε και να μας αρέσει. Russell Baker, Αμερικάνος συγγραφέας

Καλοκαίρι είναι όταν η τεμπελιά βρίσκει σεβασμό.

Sam Keen, , Αμερικάνος συγγραφέας


ΠΗΓΗ: https://www.anapnoes.gr/

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

«Γιατί γράφουμε, λοιπόν, τραγούδια;»

 Μάνος Ελευθερίου

 (Απόσπασμα από κείμενο του Μάνου Ελευθερίου -που «έφυγε» σαν σήμερα, 22 Ιουλίου 2018- με τίτλο «Γιατί γράφουμε, λοιπόν, τραγούδια» από την έκδοση «Είναι αρρώστια τα τραγούδια», των εκδόσεων ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ)

«Γιατί γράφουμε, λοιπόν, τραγούδια; Μήπως για να βρούμε κι εμείς την περιλάλητη ευτυχία, τη φιλία όλων εκείνων που δεν γνωρίσαμε, τους επαίνους –«καθωσπρέπει»- ανθρώπων ή για να προσεταιριστούμε ξένες αγκαλιές; Μήπως, με λίγα λόγια, γράφουμε τραγούδια για να βρούμε επιτέλους αγάπη και κατανόηση, που ούτε πουλιούνται ούτε δανείζονται και να κλείνουν ορισμένα μάτια στα ελαττώματά μας; (Υπάρχει, βέβαια, στον αέρα η αυτοπροβολή και η «κονόμα», αλλά καλλιτέχνες άνθρωποι επιτρέπεται να λένε τέτοια κακά πράγματα;

Όμως, εκείνος ο μοναχικός στιχουργός που γράφει τραγούδια μόνο για την ψυχή του με γνώση και σύνεση και ανάβει το λιανό κεράκι του σ’ αυτό τον κόσμο, που συνοδεύει κάθε βδομάδα τον δικό του επιτάφιο, έχει πολλά να καταμαρτυρήσει γι’ αυτό το πάθος και την περιπέτεια. Που, αφού έμεινε για χρόνια μακριά από τις συναλλαγές και την αγορά του επαγγέλματος, αποφασίζει κάποια στιγμή να χτυπήσει πόρτες  και να δώσει τα στιχάκια του. Και ξαφνικά τα στιχάκια του γίνονται τα σκηνικά μιας παράστασης που δεν είχε υπολογίσει, ενός έργου που και μόνο ο τίτλος τον απωθούσε, αλλά όπου παίζουν ως πρωταγωνιστές τούτα τα στιχάκια του. Και πρέπει να περάσουν από αυτοσχέδια δικαστήρια και καταθέσεις μαρτύρων και δικηγόρων για να βρεθεί το διαμάντι στο βάθος του πηγαδιού…»



Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

Καθετί το λυπηρό είναι ένα ψέμα

 NAYERI DANIEL - ΠΑΤΑΚΗΣ 2022

 Σε ένα γυμνάσιο της Οκλαχόμα, ο Κχόσρου (που όλοι τον φωνάζουν Ντάνιελ) στέκεται μπροστά στο δύσπιστο κοινό ίων συμμαθητών του και μιλάει για την οικογένειά του, υφαίνοντας μαζί πραγματικές και φανταστικές ιστορίες από τη ζωή των Ιρανών προγόνων του, καθώς και μύθους βγαλμένους από την πλούσια περσική λαϊκή παράδοση.

Κατασκευάζει έτσι ένα μεγάλο παραμύθι με σκοπό να σώσει τη ζωή του.
Ή πιο σωστά, για να διεκδικήσει το δικαίωμά του στην αλήθεια.
Ένας μαγευτικός και σαγηνευτικός συνδυασμός τρυφερότητας, χιούμορ και αφηγηματικής δύναμης. Ο Ντάνιελ ξεδιπλώνει μέσα στο φιλόξενο περιβάλλον μιας σχολικής τάξης μία ιστορία για να σώσει τη ζωή του, σαν μια σύγχρονη Σεχραζάντ στις Χίλιες και μία νύχτες.
Η αφήγηση πλέκεται αριστοτεχνικά, δημιουργώντας έναν εντυπωσιακό λογοτεχνικό καμβά. Καθώς γυρνάς τις σελίδες νιώθεις περίπου όπως οι πρόγονοί μας όταν μαζεύονταν γύρω από μια φωτιά και άκουγαν ιστορίες.
Ένα υποβλητικό αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα ειπωμένο με κέφι από έναν αξιαγάπητο νεαρό Ιρανό πρόσφυγα. Το συναρπαστικό αυτό βιβλίο θέτει μεταξύ άλλων ερωτήματα όπως: Ποιος κατέχει την αλήθεια; Ποιος τολμά να την πει; Ποιος την πιστεύει;

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

Στην παλιά καθολική Σύρο...

Κώστας Ουράνης (1890-1953)

"Η Σύρος, από τη θάλασσα, είναι σα μία εξαίσια ακουαρέλα. Δύο ψηλοί κωνικοί λόφοι, σκεπασμένοι από τη ρίζα τους ως την κορφή τους με άσπρα, ρόδινα και γαλάζια σπίτια, καθρεφτίζονται πάνω στα γαλήνια νερά. Οι δύο αυτοί λόφοι είναι δύο κόσμοι. Ο ένας είναι η νέα πόλη, η Ερμούπολις, που φάνηκε μια εποχή να δικαιολογεί την ονομασία της, γιατί είχε γίνει ένα μεγάλο εμπορικό και ναυτικό κέντρο. Είχε φαρδιούς και ίσιους δρόμους, μεγάλα συμμετρικά σπίτια και μια μεγάλη πλακοστρωμένη πλατεία, όπου τ' απογεύματα μαζεύεται η καλή κοινωνία της Σύρου για ν' ακούει τη φιλαρμονική να παίζει παλιές όπερες και για ν' αλληλοκοιτάζεται. Είναι μια πόλη ευπρόσωπη- και ξεπεσμένη. Η ναυτική και εμπορική της κίνηση είναι, σήμερα, ασήμαντη. Τα περισσότερα καταστήματα της στην παραλία, που τα βράδια φωτίζονται με πολύχρωμα λαμπιόνια, δεν πουλάνε παρά λουκούμια- τα περίφημα συριανά λουκούμια, που όλοι οι ταξιδιώτες των βαποριών της γραμμής θεωρούν καθήκον τους να βγουν και ν' αγοράσουν και να τα πάνε δώρο στους δικούς τους...

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2022

Γυμνός, Ιούλιο μήνα









«Γυμνός, Ιούλιο μήνα, το καταμεσήμερο. Σ’ ένα στενό κρεβάτι, ανάμεσα σε δυο σεντόνια χοντρά, ντρίλινα, με το μάγουλο πάνω στο μπράτσο μου που το γλείφω και γεύομαι την αρμύρα του.

Kοιτάζω τον ασβέστη αντικρύ στον τοίχο της μικρής μου κάμαρας. Λίγο πιο ψηλά το ταβάνι με τα δοκάρια. Πιο χαμηλά την κασέλα όπου έχω αποθέσει όλα μου τα υπάρχοντα: δυο παντελόνια, τέσσερα πουκάμισα, κάτι ασπρόρουχα. Δίπλα, η καρέκλα με την πελώρια ψάθα. Xάμου, στ’ άσπρα και μαύρα πλακάκια, τα δυο μου σάνταλα. Έχω στο πλάι μου κι ένα βιβλίο. Γεννήθηκα για να ‘χω τόσα. Δεν μου λέει τίποτε να παραδοξολογώ. Από το ελάχιστο φτάνεις πιο σύντομα οπουδήποτε. Mόνο που ‘ναι πιο δύσκολο. Kι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά θέλει να ξέρεις να τ’ αγγίξεις οπόταν η φύση σού υπακούει. Kι από τη φύση – αλλά θέλει να ξέρεις να της αφαιρέσεις την αγκίδα της.»  

 Οδυσσέας Ελύτης: «Ο μικρός ναυτίλος» (Εκδ. Ίκαρος)