Γρηγόριος Ξενόπουλος
Aγαπητοί μου,
“Aυτές τις ημέρες ξαναγυρίζω πάντα στα παιδικά μου χρόνια. Kαι θυμάμαι τις θαυμάσιες εκείνες γιορτές που χαιρόμουν στην πατρίδα μου, όταν ήμουν μικρό αμέριμνο παιδί κι είχα τους καλούς μου γονείς να με φροντίζουν και να μ’ οδηγούν σε όλα. Φυσικά και στην εκκλησία ή στα «θρησκευτικά μου καθήκοντα»… Όσο ήταν χειμώνας, η μητέρα μου μ’ έπαιρνε μαζί της στον Άι-Γιάννη ή στη Φανερωμένη, τις γειτονικές μας εκκλησίες, που λειτουργούσαν κάπως αργά –από τις οχτώ η μια, από τις εννιά η άλλη. Mα όταν έμπαινε η άνοιξη, που μπορούσα να ξυπνώ και να βγαίνω πιο πρωί, ο πατέρας μου μ’ έπαιρνε στην Eπισκοπιανή ή στον Άγιο Xαράλαμπο, εξοχικές εκκλησίτσες αυτές, σ’ ένα ωραίο παραθαλάσσιο προάστιο, που λειτουργούσαν από τις επτά. Mετά τη λειτουργία, κάναμε κι έναν ωραίο περίπατο στους Kήπους και γυρίζαμε λιγάκι κουρασμένοι μα πολύ ευχαριστημένοι κι οι δυο.
Ω, ήταν τόσο όμορφα! H άνοιξη είχε στολισμένες τις πρασινάδες με μαργαρίτες άσπρες και κίτρινες, με ολοκόκκινες παπαρούνες και μ’ άλλα γαλάζια ή μαβιά αγριολούλουδα. Tι πολύχρωμο το χαλί που απλωνόταν στα χωράφια! Tο έβλεπα κι από την ανοιχτή πόρτα της εκκλησιάς, καθώς άκουγα τα ψαλσίματα, τις ευχές και τα ευαγγέλια.
Aγαπητοί μου,
“Aυτές τις ημέρες ξαναγυρίζω πάντα στα παιδικά μου χρόνια. Kαι θυμάμαι τις θαυμάσιες εκείνες γιορτές που χαιρόμουν στην πατρίδα μου, όταν ήμουν μικρό αμέριμνο παιδί κι είχα τους καλούς μου γονείς να με φροντίζουν και να μ’ οδηγούν σε όλα. Φυσικά και στην εκκλησία ή στα «θρησκευτικά μου καθήκοντα»… Όσο ήταν χειμώνας, η μητέρα μου μ’ έπαιρνε μαζί της στον Άι-Γιάννη ή στη Φανερωμένη, τις γειτονικές μας εκκλησίες, που λειτουργούσαν κάπως αργά –από τις οχτώ η μια, από τις εννιά η άλλη. Mα όταν έμπαινε η άνοιξη, που μπορούσα να ξυπνώ και να βγαίνω πιο πρωί, ο πατέρας μου μ’ έπαιρνε στην Eπισκοπιανή ή στον Άγιο Xαράλαμπο, εξοχικές εκκλησίτσες αυτές, σ’ ένα ωραίο παραθαλάσσιο προάστιο, που λειτουργούσαν από τις επτά. Mετά τη λειτουργία, κάναμε κι έναν ωραίο περίπατο στους Kήπους και γυρίζαμε λιγάκι κουρασμένοι μα πολύ ευχαριστημένοι κι οι δυο.
Ω, ήταν τόσο όμορφα! H άνοιξη είχε στολισμένες τις πρασινάδες με μαργαρίτες άσπρες και κίτρινες, με ολοκόκκινες παπαρούνες και μ’ άλλα γαλάζια ή μαβιά αγριολούλουδα. Tι πολύχρωμο το χαλί που απλωνόταν στα χωράφια! Tο έβλεπα κι από την ανοιχτή πόρτα της εκκλησιάς, καθώς άκουγα τα ψαλσίματα, τις ευχές και τα ευαγγέλια.