Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022

Γεώργιος Σουρής

«Ο σύγχρονος Αριστοφάνης»

 

Σαν σήμερα, στις 26 Αυγούστου 1919, απεβίωσε ο Γεώργιος Σουρής, ο ποιητής του «Ρωμιού» που μέσα από τους στίχους του δεν έπαψε να σχολιάζει και να σατιρίζει τους σύγχρονούς του Ρωμιούς, τους άρχοντες, ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό!

Με την ευκαιρία της επετείου του θανάτου του δημοσιεύουμε ένα χαρακτηριστικό του ποίημα αφιερωμένο -σε ποιον άλλο;- στο Ρωμιό!

Κι εμείς, «ποιητική αδεία», κάνουμε μία «μικρή προσθήκη» για να συνδέσουμε το χτες με το σήμερα για να φανεί  πόσο διαχρονικός κι επίκαιρος παραμένει ο μεγάλος αυτός σατιρικός ποιητής που προτάθηκε 5 φορές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά δεν ευτύχησε να αναδειχτεί νικητής!

 

«Στο Ρωμηό…»

«Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

 

Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που ‘χει
στο ‘να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.

 

Σουλούπι, μπόι, μικρομεσαίο,
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.

 

Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαριέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.

 

Δυστυχία σου, Ελλάς,
με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;»

…………………………

 Πάνε τα χρόνια του Σουρή, οι εποχές αλλάξαν!

Τώρα γινήκαν οι Ρωμιοί  Έλληνες, Ευρωπαίοι,

μα τις παλιές συνήθειες και λάθη δεν ξεχάσαν,

δεν έπαψαν να αισθάνονται μεγάλοι και σπουδαίοι!

 

Ατσίδες, κουτοπόνηροι, «Ρωμιοί κομπιναδόροι»,

με ξένα κόλλυβα γλεντούν, πίνουν και ξεφαντώνουν!

Κράτος κι Ευρώπη ξεγελούν, δεν τους πτοούν οι φόροι,

βρίσκουνε τρόπο να γλιστρούν και να επιβιώνουν!

 

Κι αν όλα αυτά σας φαίνονται υπερβολές κι αστεία,

διότι η Ελλάδα έγινε σύγχρονη Πολιτεία,

ρίξετε γύρω μια ματιά στο τότε και στο τώρα,

να δείτε αν βελτιώθηκαν και οι Ρωμιοί κι η χώρα!

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Άρωμα μαστίχας

Συγγραφή:  Ελένη Χωρεάνθη

Εικονογράφηση: Εύα Καραντινού

Εκδόσεις : "ΑΓΚΥΡΑ"

 

Γιατί η Μυρτώ και η Κλειώ επιμένουν τόσο να περάσουν το καλοκαίρι στη Χίο, πονοκεφαλιάζοντας τη μητέρα τους, την κυρία Ερμίνα; Θέλουν μονάχα να εκπληρώσουν το τάμα τους; Ή μήπως υπάρχει και κάποιος άλλος λόγος, που κανείς δεν μπορεί να τον μαντέψει;

Οι διακοπές στο νησί της μαστίχας κρύβουν πολλές εκπλήξεις για τα κορίτσια. Το μυστηριώδες άσπρο σπίτι απέναντι από το δικό τους και ο ερχομός της οικογένειας με τα πολλά παιδιά περιπλέκουν ευχάριστα τα πράγματα… Μια ιστορία που όχι μόνο δεν έχει θαφτεί για πάντα σε παλιά σκονισμένα βιβλία, αλλά ζωντανεύει στο κάθε βήμα, βάζοντας τα δικά της αινίγματα και δίνοντας τις δικές της λύσεις…

«... Ταξίδεψαν πρωί με το πιο γρήγορο καράβι. Η μέρα ήταν υπέροχη, μια θάλασσα τελείως ακύμαντη, γαλήνια. Τον Κάβο Ντόρο τον πέρασαν μ' ένα δυνατό, αλλά σύντομο ταρακούνημα κι ύστερα πάλι κάλμα. Το υπόλοιπο ταξίδι ήταν απόλαυση. Έφτασαν στο νησί το βραδάκι, την ώρα που η προκυμαία ήταν γεμάτη κόσμο και ζωηρή κίνηση…

Μόλις πάτησαν το πόδι τους στην προκυμαία, μια θεσπέσια μοσχοβολιά τρύπησε τα ρουθούνια τους. Τα κορίτσια παραξενεύτηκαν. Είχαν ακούσει πολλά από τους γονείς τους για το νησί, αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν ποτέ πως θα
«άκουγαν»,  όπως λένε χαρακτηριστικά οι Χιώτες, ένα τέτοιο μοσχοβόλημα.

«Μαμά, τι άρωμα είναι αυτό;" βιάστηκε να ρωτήσει η Μυρτώ.

«Εγώ ξέρω!" έτριψε τα χέρια της η Κλειώ.»Είναι άρωμα, πώς το λένε... λεμονιάς! Ναι, έχει πολλά περιβόλια το νησί. Κάνουν και... γλυκό με άνθη λεμονιάς..."

«Με άνθη τριανταφυλλιάς κυρίως, εξήγησε η μαμά, με ροδοπέταλα. Με άνθη λεμονιάς κάνουν ανθόνερο για τα γλυκά. Κάνουν όμως και γλυκό με άνθη λεμονιάς, έχεις δίκιο…»

 BookSyros:  Η συνέχεια στο βιβλίο

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2022

«Αυγουστιάτικη πανσέληνος…»

 (Ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη)

 






Το φεγγαράκι απόψε στο γιαλό

θα πέσει, ένα βαρύ μαργαριτάρι.

Κι απάνω μου θα παίζει το τρελό

τρελό φεγγάρι.

 

Όλο θα σπάει το κύμα ρουμπινί

στα πόδια μου σκορπίζοντας αστέρια.

Οι παλάμες μου θα 'χουνε γενεί

δυο περιστέρια.

 

Θ' ανέβουν - ασημένια δυο πουλιά -

με φεγγάρι - δυο κούπες - θα γεμίσουν,

με φεγγάρι τους ώμους, τα μαλλιά

θα μου ραντίζουν.

 

Το πέλαγο χρυσάφι αναλυτό.

Θα βάλω τ' όνειρό μου σε καΐκι

ν' αρμενίσει. Διαμάντι θα πατώ

λαμπρό χαλίκι.

 

Το γύρω φως ως θαν τη διαπερνά,

η καρδιά μου βαρύ μαργαριτάρι.

Και θα γελώ. Και θε να κλαίω... Και να,

να το φεγγάρι!