Τότες ύπαρχε μπέσα και φιλότιμο
«Ο μπαρμπα-Νικόλας, πλανόδιος μανάβης, είχε το σέβας ολωνών, γιατί ήταν απονήρευτος, μα και καλοσυνάτος. Φόρτωνε από το χάραμα τα καφάσια του γαδάρου του με ό,τι ύπαρχε, κάθε πράμα στον καιρό του, χόρτα, κρομμύδια, πατάτες, ζαρζαβατικά ολόφρεσκα, που ήτανε για στόλισμα στο βάζο. Τα προφαντά μυροκοπούσανε. Εκειδά, στο έμπα του χειμώνα τα μανταρινοπορτόκαλα και του καλοκαιριού αρχή αρχή τ' αγγούρια, οι ντομάτες, τα καϊσιά και τα ποπόνια, που με τη μυρωδιά τους ησπούσανε τη μύτη... »
Ο μπαρμπα-Νικόλας για τα βερεσέδια τεφτέρι δεν βαστούσε, τριγύρναγε μ' ένα μολύβι στ' αυτί και τα 'γραφε μ' αυτό στο κάτασπρο ντουβάρι του κάθε σπιτιού που του χρώσταγε.