«Η γιορτή του Μεγάλου Αγιασμού είτονε, σα γκεδά, το τέλος τσ΄αρχής του χρόνου. Εκειανά τα χρόνια, είπρεπε ούλοι μας, μικροί-μεγάλοι, να νηστέψομενε την παραμονή, του μικρού αγιασμού, για να πιούμενε αγίασμα την ημέρα των Θεοφανείων. Είτονε δε μέγα αμάρτημα η απόκλιση από τα θέσφατα, νηστείας και λήψης του αγιασμού, μιάς και “ο αγιασμός των Θεοφανείων είναι πιό πάνω και από το να μεταλαβαίνεις Αντρέα!”, η ξεκάθαρη προτροπή; εντολή; προειδοποίηση; , από τη μακαρίτισα τη μάνα μου…. Η ευχάριστη πλευρά της παραμονής των Θεοφανείων είτονε τα κάλαντα, που όπως και τα Χριστούγεννα και την πρωτοχρονιά, τα λέγανε τα κοπέλια πάντα την παραμονή το βράδυ.
Μεγάλη η λειτουργία, σωστό βάσανο για μας τα κοπελάκια, μέχρι να τα πει ο παπάς κοι ψάλτες ούλα κατά πως είπρεπε, και μετά ο κάθε αρχηγός τση φαμελιάς να πάρει τον αγιασμό, και να ξεκινήσουνε χαρούμενες οι ομάδες από την κάθε γειτονιά να ανεμαζώνουνε τα κοπέλια ντως και να σειραγούνε πατούλιες-πατούλιες για τα σπίθια ντως, Είτανε μιά καλή ευκαιρία ν΄ανταλάξουνε οι γειτόνισες τα τελευταία νέα του χωργιού, μέχρι να φτάξουνε στσ΄αυλόγυρους, να πούνε και του χρόνου, και να συνεχίσουνε το αποδέλοιπο τελετουργικό:
Ούλη η οικογένεια είπρεπε να πιεί αγίασμα, και με λίγο αρισμαρή (δεδρολίβανο), γι με κανακλαδί ελιάς, σαν αγιαστούρα, έπρεπε ν΄αγιάσομε (παναπει να ραντίσομε) τσοι καντούνες του σπιθιού, τα ζωντανά και ότι άλλο είχαμενε στο μυαλό μας σαν σημαντικό και μεγάλο. Τελειώνοντας το άγιασμα στο σπίτι είπρεπε ο νοικοκύρης να να ξεκινήσει να πάει στα χωράφια, τσ΄ελιές και τσοι κήπους, για να τ΄αγιάσει και αυτά. Συνήθως αυτή την δουλειά τη συνταιργιάζαμε με το να πάμενε τα ζωντανά μας στον τόπο τση βοσκής…Είτονε ακόμη απαραίτητο, με στεντόρια φωνή να ψάλωμενε το: «Εν Ιορδάνη βαφτιζομένου σου Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνηση…», καθ΄όλη τη διάρκεια του ραντίσματος.
Δεν είχαμενε τα μέρη μας το έθιμο να πετούμε το σταυρό σε θάλασσα-δεξαμενή. Και για μεν τη θάλασσα είναι λογικό, μιας και το Πετροκεφάλι δεν είναι παραθαλάσιο. Όμως, όπως έλεγα και με το χριστουγενιάτικο δένδρο, οι γιαθρώποι είτονε ανοιχτοί στις καινοτομίες. Πολλοί νεαροί πήγαιναν στον Κόκκινο Πύργο, γι στα Μάταλλα, για να δουνε την τελετή του αγιασμού και το ρίξιμο του Σταυρού στη θάλασσα. Είναι πιθανόν, αν δεν είχαμε τις σημερινές λειψυδρίες και ανομβρίες, στου Παπά το Δέμα, συνηθισμένος τόπος που κολυμπούσανε τα μισά κοπέλια του χωργιού ούλο το καλοκαίρι, θελα αποτελέσει σήμερο, ένα καλό μέρος να πετούμενε το σταυρό, ακολουθώντας το πανελλήνιο έθιμο…
Από την ημέρα των Θεοφανείων, μου ρχονται στο νου οι καυγάδες των πιτσιρικάδων από το Γερακάρι Ρεθύμνου, για το πόσο μεγάλη ήταν η θάλασσα, (που δεν την είχαν δει ποτέ τους), ειδικά αν ήταν μεγαλύτερη ή μικρότερη από τη δεξαμενή νερού πούχενε στο χωράφι ντου ένας χωργιανός τους…»
ΠΗΓΗ: http://wpababion.wordpress.com (Αντρέας Μπαμπιονιτάκης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου