Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

«Το πρόστιμο σε ευρώ ή σε δραχμές;»

Διήγημα της Μάτας Παπανικολάου 

 Το είχε βάλει στο μυαλό της μέρες τώρα.  Από σήμερα Κυριακή θα έπρεπε να ξαναγυρίσουν όλοι στη χρήση της δραχμής.  Κι’ όχι σταδιακά όπως είχε γίνει με το ευρώ.  Ο υπουργός ήταν ξεκάθαρος.  Ευθύς αμέσως θα επανέρχονταν στην ήδη γνωστή τους από δεκαετίες δραχμή.  Αλλά όχι στη δραχμή όπως ήταν πριν το ευρώ αλλά στην παλιά δραχμή με τα πενηνταράκια, τις δεκάρες, ακόμη και τις πεντάρες. Οι παλαιότεροι θα  βοηθούσαν τους νεώτερους, κι’ όσο για τα παιδιά που δεν την γνώριζαν καν, αυτά θα βοηθιούνταν για ένα διάστημα απ’ τους γονείς τους και τα μεγαλύτερά τους αδέλφια. 
Από το βράδυ είχε τοποθετήσει πάνω στο γραφείο της τα λεφτά για την εφημερίδα.  Τρία ευρώ μας έκαναν κάτι παραπάνω από χίλιες δραχμές.  Έβγαλε λοιπόν ένα κολαριστό πράσινο πεντακοσάρικο, τέσσερα κόκκινα κατοστάρικα, δυο μικρούλια μπλε πενηντάρικα και μετά, είναι αλήθεια, λιγάκι μπερδεύτηκε με τις δραχμές, τα δίφραγκα, κάνα δυο πενηνταράκια και μερικές τρύπιες δεκάρες και πεντάρες. 


Τις δεκάρες και τις πεντάρες δεν τις είχε προλάβει.  Η γιαγιά της, της είχε φτιάξει κάτι βραχιολάκια από λάστιχο με περασμένες δεκάρες.  Ακόμη της είχε δωρίσει ένα πολύ όμορφο κολιέ με πεντάρες που τις είχε χρωματίσει η ίδια.  Βγάζοντας τα λεφτά για την πρωινή κυριακάτικη εφημερίδα, είχε την αίσθηση πως είχε διαλύσει και σκορπίσει τα όμορφα κοσμήματα των εφηβικών της χρόνων. 

Θυμόταν τότε που είχαν γυρίσει στο ευρώ.  Η μάνα της ήταν μέσα στην κακοκεφιά και όλο μουρμούριζε.  «Ποιος θα μπορέσει πια να τραγουδήσει το: «Της μιας δραχμής τα γιασεμιά ξεχνιούνται πάνω στο τραπέζι…»  Κι’ όταν τη ρωτούσαν να τους εξηγήσει το λόγο που κάποιοι δεν θα ξανατραγουδούσαν το παλιό αυτό τραγούδι, τους απαντούσε ξαφνιασμένη.  «Ποιος μπορεί να ξεχάσει πάνω στο τραπέζι γιασεμιά που κοστίζουν ένα ευρώ δηλαδή τριακόσιες σαράντα δραχμές ;»   Βέβαια παρ’ όλα αυτά εκφράσεις όπως «τέρμα τα δίφραγκα»  ή «μισθός τρεις και εξήντα» εξακολουθούσαν να διασώζονται, πράγμα που παρηγορούσε, όπως έδειχνε, τη μάνα της και τους συνομηλίκους της.
 Όσο για τη γιαγιά της, τυφλή  εδώ και πέντε χρόνια, έδειξε τελεία αδιαφορία όταν ανακοινώθηκε η χρήση του ευρώ.  « Έχει κι’ ένα καλό η γκαβομάρα μου, δεν θα αξιωθώ ν’ αντικρίσω τα καινούργια λεφτά του διαβόλου».  Όμως τώρα που θα ξαναγύριζαν στη δραχμή όπως παλιά, ήταν τρισευτυχισμένη.  «Θα νιώσω στα χέρια μου την τρυπούλα της πεντάρας και της δεκάρας.  Θα ψηλαφίσω στις άκρες των δακτύλων μου το ανάγλυφο στάχυ και το σταφύλι τους.
Ο πατέρας της ήταν ο μόνος που είχε παραμείνει ατάραχος εν όψει του ευρώ.  Έδειχνε μάλιστα και ικανοποιημένος.  Είχε μελετήσει τα οικονομικά θέματα κι’ είχε καταλήξει πως το συμφέρον της χώρας του ήταν να προχωρήσει μπροστά μ’ όποιες θυσίες κι’ αν αυτό συνεπάγετο.  Δεν είχε δείξει την παραμικρή νοσταλγία, και τότε στις αρχές, και αργότερα.  Μόνο μια μέρα.  Ναι, το θυμόταν τόσο ξεκάθαρα.  Ήσαν οι δυο τους στο σπίτι.  Είχαν μόλις τελειώσει το μεσημεριανό φαγητό.  Εκείνος διάβαζε την εφημερίδα του κι’ εκείνη σήκωνε τα πιάτα από το τραπέζι.  
«Αναρωτιέμαι για ένα πράγμα» είπε ξαφνικά σηκώνοντας το βλέμμα απ’ την ανοιχτή εφημερίδα.  
«Θα βρεθεί ποτέ κάποιος να γράψει την όπερα του πεντάλεπτου όπως γράφτηκε η όπερα της πεντάρας;». 

«Ένα πράγμα να ξέρεις, Καιτούλα μου» της επαναλάμβανε η μάνα της τις τελευταίες μέρες «Είναι πιο δύσκολο να ξεμάθεις από το να μάθεις» Δηλαδή, τι εννοούσε ; «Εννοώ να μας αφήσουν ήσυχους στα ευρώ μας.  Τρομάξαμε να τα μάθουμε, τι θέλουν τώρα, να τα ξεμάθουμε;  
Συμφωνούσε απόλυτα μαζί της.  Τα είχε μάθει, τα είχε συνηθίσει, τι ζητούσαν τώρα, φτου κι’ απ’ την αρχή ; Κι’ ο πατέρας της, τι θα έλεγε τώρα ο πολυ-λατρεμένος της πατερούλης.  Αχ και να τον έβλεπε μπροστά της.  Είχαν περάσει τόσα χρόνια από τότε…Αίφνης τον αισθάνθηκε.  Της μιλούσε στο μυαλό της μέσα.  Χωρίς ήχους, χωρίς λέξεις, μόνο με έννοιες αδιάψευστες.  «Κοριτσάκι μου, να είσαι σίγουρη πως μια μέρα θα γραφτεί και η όπερα του πεντάλεπτου.  Η έμπνευση δεν βρίσκεται στα πράγματα, μονάχα στην ψυχή του δημιουργού». 
«Ξύπνα παιδί μου, ξύπνα και είναι η τελευταία μέρα για να στείλεις τη φορολογική σου δήλωση.  Σήκω μην πάρεις κανένα πρόστιμο» «Σε ευρώ ή σε δραχμές» πρόλαβε να ρωτήσει αλαφιασμένη, πριν βιαστικά πεταχτεί από το κρεβάτι της.  


Το κομμάτι αυτό γράφτηκε στο Σπίτι της Λογοτεχνίας στις Λεύκες της Πάρου τον Μάιο του 2006   

Η Μάτα Παπανικολάου γεννήθηκε κοντά στην πλατεία Συντάγματος και μεγάλωσε κοντά στην πλατεία Εξαρχείων. Εργάστηκε για αρκετά χρόνια στην εκπαίδευση ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με τις πωλήσεις. Έχει δημοσιεύσει περισσότερα από πενήντα διηγήματα σε εφημερίδες και περιοδικά. Έχει γράψει τα βιβλία: «Βροχή αστεριών», «Μη δεις το μάραθο για άνηθο». «Τα μυστικά ταξίδευαν ανεμπόδιστα», «Υπόγειος».

ΠΗΓΗ: http://fractalart.gr/mata-papanikolaou/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου