Κατερίνα Αγγελάκη –Ρουκ
όταν φέρναν δάκρυα τ’ ανούσια δευτερόλεπτα
μόνο η ιδέα της εκδρομής άνοιγε την καρδιά μου
·
τα πούλμαν σαν τα έβλεπα έξω απ’ την πόρτα της αυλής
κι όπου να’ ναι, σαν να’ χανε φτερά
θα ‘παιρναν το δρόμο του βουνού ή της θάλασσας.
Ένα σύννεφο-όνειρο τύλιγε τη μακρινή ημερομηνία
που έλαμπε όλο και πιο κοντά περνώντας οι εβδομάδες.
Και ,αχ, η ανυπομονησία αποβραδίς,
το καλαθάκι με τα σάντουιτς,
το καινούργιο παντελόνι κι η βελονιά της τελευταίας στιγμής….
Και μετά η επιστροφή σαν θάνατος,
όπως η λίγη νύχτα μπερδεύει τα τελευταία δέντρα της εξοχής
με τα πρώτα σπίτια της πόλης
και μερικοί έχουν πια αποκοιμηθεί,
ενώ άλλοι σε υπερένταση τραγουδούν ακόμη.
Μαθαίνω ν’ αντιστρέφω το κλάσμα της πρωινής χαράς
με το δάχτυλο στο κουδούνι του σπιτιού.
Τέλειωσε, λέω· η μέρα αυτή,
που στον ορίζοντα του μέλλοντος γυάλιζε κάποτε,
πλησίασε, μεγάλωσε, ήρθε, τελείωσε.
Έτσι θα ‘ναι και με τη ζωή ….
Πώς πέρασες; Τι έγινε, πού είναι το πετσετάκι;
Το ‘χασες ; Η μάνα μου ρωτάει . Αυτό ήταν … πάει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου