... ένα θερμό και αυθεντικό ανάγνωσμα
Ολες οι παλαιές κατακτήσεις της Λογοτεχνίας είναι καινούργιες, γιατί η καθεμία από αυτές είναι μία ψηφίδα στο μεγάλο ψηψιδωτό της νεοελληνικής αυτογνωσίας.
Μία τέτοια περίπτωση, (πρώτη έκδοση 1918) είναι το βιβλίο για παιδιά του Ζαχαρία Παπαντωνίου, «Τα ψηλά βουνά». Η νέα, τριακοστή ένατη, έκδοσή της, που μόλις κυκλοφόρησε από την «Εστία» (9,17 ευρώ ), υποστηρίζεται από ένα επίμετρο του φιλολόγου Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ο οποίος έχει ταυτίσει την ερευνητική του εργασία με την έκδοση των απάντων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940) ποιητής, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος και τεχνοκριτικός, μια κομβική μορφή των ελληνικών γραμμάτων, αφού στο πρόσωπό του συγκέντρωσε τις αισθητικές αναζητήσεις και την πολιτική πράξη.
Διετέλεσε νομάρχης σε Ζάκυνθο, Κυκλάδες, Καλαμάτα και Σπάρτη και οργάνωσε εργατικό σωματείο στη Σύρο. Το πέρασμά του -από την Εθνική Πινακοθήκη- ταυτίστηκε με την αγορά έργων του Θεοτοκόπουλου και του Γύζη, αλλά και με την προβολή του Παρθένη και του Μαλέα.
Τα «Ψηλά βουνά» είναι ο άνεμος της ανανέωσης, που έπνευσε στην εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων, όταν πήρε τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας ο Ελευθέριος Βενιζέλος της επαναστατικής περιόδου του. Η πρώτη έκδοση από το Εθνικό Τυπογραφείο, με το τσελιγκόπουλο στο εξώφυλλο, προτρέπει τον αναγνώστη να σκεφτεί το Καρπενήσι, τον γενέθλιο τόπο του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Η δημοφιλία του και η διαχρονική επιβίωσή του οφείλεται στην αβίαστη δημοτική γλώσσα του, που σπάει τη μέχρι τότε επικυριαρχία της καθαρεύουσας στα Αναγνωστικά του Δημοτικού. Επίσης, στην ανάλαφρη θεματογραφία του, γιατί ήρωές του είναι απόφοιτοι του Δημοτικού κατά τις καλοκαιρινές διακοπές τους, και στην εικονογράφησή του, γιατί τονίζει την αιθρία του ελληνικού ορεινού τοπίου.
Τα είκοσι έξι παιδιά θα πάρουν από το ευρυτανικό τοπίο την ξενοιασιά του ανοιχτού χώρου, με συνομιλητή τους τον αρχιτσέλιγκα Γεροθανάση, που κατά κάποιον τρόπο γίνεται ο μυσταγωγός τους στα κρυπτογραφήματα της ορεινής τοπογραφίας. Ο μικρός Λάμπρος, το τσοπανόπουλο, που δεν είναι άλλος από τον πατέρα του συγγραφέα Λάμπρο Παπαντωνίου, θα ακολουθήσει τους μικρούς παραθεριστές, κατά την επάνοδό τους στο άστυ, το οποίο συμβολίζει το πολιτιστικό κέντρο της μάθησης, της σκέψης και των ιδεών.
Αυτό το μίλημα στην ψυχή του παιδιού, εκτός από τη συμβολή του συγγραφέα του, ο οποίος φιλοτέχνησε και ορισμένα σχέδιά του, ήταν αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας. Η συντακτική επιτροπή που υποστήριξε το πρωτοποριακό για τα μέτρα της εποχής εγχείρημα, αποτελούνταν από τους Δ. Ανδρεάδη Δ. Δελμούζο, Π. Νιρβάνα και Μ. Τριανταφυλλίδη. Στον Π. Ρούμπο ανήκε το μεγαλύτερο μέρος της εικονογράφησης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1921, η «Επιτροπεία η διορισθείσα προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων», με προεξάρχοντες τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας Σ. Σακελλαρόπουλο και τον καθηγητή Πανεπιστημίου Α. Σκιά, έκρινε ότι τα «Ψηλά βουνά» και το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» πρέπει, «να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι ως έργα ψεύδους και κακόβουλου προθέσεως». Το Αναγνωστικό το ξανάφερε στη Μέση Εκπαίδευση η βενιζελική κυβέρνηση το 1933, ενώ μόλις έναν χρόνο μετά, υποβλήθηκε προς έγκριση και απορρίφθηκε. Τελευταία του χρήση από μαθητές έγινε την πρώτη μεταπολιτευτική σχολική χρονιά (1974-'75).
Εκτοτε διαβάζεται όχι ως ρετρό απομεινάρι, αλλά ως ένα θερμό και αυθεντικό ανάγνωσμα.
(Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ/http://www.enet.gr/ )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου