λογοτεχνικών βιβλίων
Συγγραφέας: Γιώργος Καρουζάκης
Η ευεργετική επίδραση της ανάγνωσης λογοτεχνικών βιβλίων έχει επισημανθεί με διαφορετικούς τρόπους μέσα στα χρόνια. Οι πρόσφατες έρευνες που γίνονται, κυρίως σε πανεπιστήμια, σε όλο το κόσμο δείχνουν ότι η ανάγνωση της λογοτεχνίας δεν είναι μια διαδικασία που μπορεί, απλώς, να εμπλουτίσει τις γνώσεις μας, το λεξιλόγιό μας ή τις επιδόσεις μας σε διαφόρων ειδών επαγγελματικές απαιτήσεις.
«Την τελευταία δεκαετία αποδεικνύεται μέσα από εξειδικευμένες έρευνες ότι η διανοητική αγωγή, η προσπάθεια που καταβάλει ένας αναγνώστης για να πλησιάσει τη φύση ενός μυθιστορηματικού ήρωα, ενδυναμώνει και την ικανότητά του να κατανοεί, πολλαπλώς, τις ανάγκες των ανθρώπων που συναντά ή συνεργάζεται στην καθημερινότητά του», σημειώνει η Susan Pinker σε πρόσφατο άρθρο της στην εφημερίδα «The Wall Street Journal».
Τα αποτελέσματα της έρευνας που ολοκλήρωσαν το 2006 στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο οι ψυχολόγοι Keith Oatley και Raymond Mar δείχνουν ότι η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων συνδέεται με την αυξημένη ευαισθησία και το ενδιαφέρον για τους άλλους.
«Όσο περισσότερο διαβάζουν μυθιστορήματα τόσο καλύτερα συνδέονται με τους συνανθρώπους τους», λέει ο Keith Oatley, συνοψίζοντας τις διαπιστώσεις της μελέτης. Δεν μπορεί να ισχυριστεί, όμως, το ίδιο και για εκείνους που διαβάζουν βιβλία, αλλά αποφεύγουν τα μυθιστορήματα. Ούτε γνωρίζει, ακριβώς, αν η ανάγνωση μυθιστορημάτων ενισχύει τη ενσυναίσθηση ή αν η ενσυναίσθηση οδηγεί κάποιον στη ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων. Άλλοι παράγοντες που ευνοούν το ενδιαφέρον για τους άλλους συνδέονται, όπως σημειώνει, και με την προσωπικότητα κάθε ανθρώπου.
Μια ενδιαφέρουσα διάσταση της έρευνάς τους ήταν η κατάρριψη του στερεότυπου που υποστηρίζει ότι οι βιβλιοφάγοι έχουν δυσκολίες προσαρμογής στην κοινωνία και χρησιμοποιούν τους μυθιστορηματικούς ήρωες ως υποκατάστατα, που τους αποτρέπουν να συνδεθούν με φίλους και με ερωτικούς συντρόφους.
Αντιθέτως, οι λάτρεις της λογοτεχνίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από την παρατήρηση 252 και πλέον ενηλίκων που συμμετείχαν στην έρευνα, ζουν με μεγαλύτερη ένταση και τόλμη τη ζωή τους. Αναπτύσσουν πλουσιότερα δίκτυα κοινωνικών και φιλικών σχέσεων. Και είναι περισσότερο ικανοί να διασκεδάσουν ή να στηρίξουν τους άλλους από εκείνους που αρνούνται να διαβάσουν ή διαβάζουν βιβλία αλλά αποφεύγουν τη λογοτεχνία.
Γενικότερα, η προσπάθεια που καταβάλει κάποιος να κατανοήσει τη συμπεριφορά, τα προβλήματα ή τα συναισθήματα των άλλων είτε στη λογοτεχνία είτε στην πραγματικότητα, μάλλον ξεκινά από κοινή αφετηρία.
«The Wall Street Journal»
ΠΗΓΗ: http://thalesandfriends.org/
Συγγραφέας: Γιώργος Καρουζάκης
Η ευεργετική επίδραση της ανάγνωσης λογοτεχνικών βιβλίων έχει επισημανθεί με διαφορετικούς τρόπους μέσα στα χρόνια. Οι πρόσφατες έρευνες που γίνονται, κυρίως σε πανεπιστήμια, σε όλο το κόσμο δείχνουν ότι η ανάγνωση της λογοτεχνίας δεν είναι μια διαδικασία που μπορεί, απλώς, να εμπλουτίσει τις γνώσεις μας, το λεξιλόγιό μας ή τις επιδόσεις μας σε διαφόρων ειδών επαγγελματικές απαιτήσεις.
«Την τελευταία δεκαετία αποδεικνύεται μέσα από εξειδικευμένες έρευνες ότι η διανοητική αγωγή, η προσπάθεια που καταβάλει ένας αναγνώστης για να πλησιάσει τη φύση ενός μυθιστορηματικού ήρωα, ενδυναμώνει και την ικανότητά του να κατανοεί, πολλαπλώς, τις ανάγκες των ανθρώπων που συναντά ή συνεργάζεται στην καθημερινότητά του», σημειώνει η Susan Pinker σε πρόσφατο άρθρο της στην εφημερίδα «The Wall Street Journal».
Τα αποτελέσματα της έρευνας που ολοκλήρωσαν το 2006 στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο οι ψυχολόγοι Keith Oatley και Raymond Mar δείχνουν ότι η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων συνδέεται με την αυξημένη ευαισθησία και το ενδιαφέρον για τους άλλους.
«Όσο περισσότερο διαβάζουν μυθιστορήματα τόσο καλύτερα συνδέονται με τους συνανθρώπους τους», λέει ο Keith Oatley, συνοψίζοντας τις διαπιστώσεις της μελέτης. Δεν μπορεί να ισχυριστεί, όμως, το ίδιο και για εκείνους που διαβάζουν βιβλία, αλλά αποφεύγουν τα μυθιστορήματα. Ούτε γνωρίζει, ακριβώς, αν η ανάγνωση μυθιστορημάτων ενισχύει τη ενσυναίσθηση ή αν η ενσυναίσθηση οδηγεί κάποιον στη ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων. Άλλοι παράγοντες που ευνοούν το ενδιαφέρον για τους άλλους συνδέονται, όπως σημειώνει, και με την προσωπικότητα κάθε ανθρώπου.
Μια ενδιαφέρουσα διάσταση της έρευνάς τους ήταν η κατάρριψη του στερεότυπου που υποστηρίζει ότι οι βιβλιοφάγοι έχουν δυσκολίες προσαρμογής στην κοινωνία και χρησιμοποιούν τους μυθιστορηματικούς ήρωες ως υποκατάστατα, που τους αποτρέπουν να συνδεθούν με φίλους και με ερωτικούς συντρόφους.
Αντιθέτως, οι λάτρεις της λογοτεχνίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από την παρατήρηση 252 και πλέον ενηλίκων που συμμετείχαν στην έρευνα, ζουν με μεγαλύτερη ένταση και τόλμη τη ζωή τους. Αναπτύσσουν πλουσιότερα δίκτυα κοινωνικών και φιλικών σχέσεων. Και είναι περισσότερο ικανοί να διασκεδάσουν ή να στηρίξουν τους άλλους από εκείνους που αρνούνται να διαβάσουν ή διαβάζουν βιβλία αλλά αποφεύγουν τη λογοτεχνία.
Γενικότερα, η προσπάθεια που καταβάλει κάποιος να κατανοήσει τη συμπεριφορά, τα προβλήματα ή τα συναισθήματα των άλλων είτε στη λογοτεχνία είτε στην πραγματικότητα, μάλλον ξεκινά από κοινή αφετηρία.
«The Wall Street Journal»
ΠΗΓΗ: http://thalesandfriends.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου